Παρασκευή 31 Ιουλίου 2020

Όταν ένας ποταμός χάνεται, μια λίμνη γεννιέται;

Τις σκέψεις του, τις εντυπώσεις και τις εικόνες που αποτυπώθηκαν στην καρδιά  του, μετά   την  πεζοπορία  που οργάνωσε  η   Ορειβατική  και Πεζοπορική  Λέσχη  Ποδοχωρίου από  το  Φράγμα  του  Μαρμαρά  στα Λουτρά Ελευθερών,  κατέγραψε  σε ένα κείμενο που πλημμυρίζει από ευαισθησία ο Βασίλης Ηλιάδης με τίτλο: 

"Όταν ένας ποταμός χάνεται, μια λίμνη γεννιέται;" 

"Η Ορειβατική και Πεζοπορική Λέσχη Ποδοχωρίου συναντά την Κούτσα-Κούτσα (Πεζοπορική Ομάδα Αθήνας). Από τον Ακροπόταμο στα Λουτρά.
Ποδοχώρι, Θεσσαλονίκη, Άμστερνταμ και Αθήνα συναντιούνται για να περπατήσουν, να συνομιλήσουν, να φιλοσοφήσουν, να αναζητήσουν, να γνωριστούν και να μάθουν.
Ο Μαρμαράς ξεκινά το ταξίδι του δυτικά της Ελευθερούπολης στα ριζά του όρους Σύμβολο και διασχίζει την Πιερία κοιλάδα με κατεύθυνση από Ανατολικά προς τα Δυτικά. Στο κάμπο της Μεσορόπης συναντά τον Οβριό. Ο Οβριός κατεβαίνει ορμητικός, φουριόζος από τη Βοσκοβρύση που βρίσκεται σε κορυφή του Παγγαίου και αυτό είναι ένα σμίξιμο των δυο βουνών μέσα απ’ τα νερά τους. Ο Μαρμαράς ανανεωμένος, αφήνει πίσω τον Πλατανότοπο, το Ποδοχώρι και συνεχίζει από τον Ακροπόταμο για να εκβάλει στον Στρυμωνικό κόλπο από τα Λουτρά Ελευθερών, αφού ανακατέψει τα μπουζαλένια νερά του με τις θερμές ιαματικές πηγές στο τελευταίο χιλιόμετρο της διαδρομής του.
Η πορεία της ομάδας, ξεκινά από το εργοτάξιο μετά τον Ακροπόταμο και είναι (loop) μετ΄ επιστροφής , από τον ίδιο χωμάτινο δρόμο. Μια απόσταση περίπου 9,5 χιλιομέτρων.



Εργοτάξιο που; Στην μέση του πουθενά; Γιατί;
Θέλουν να μαντρώσουν το ποτάμι. Φράγμα φτιάχνεται λοιπόν μέσα στη κοιλάδα. Πολύχρονα πλατάνια κόπηκαν, δρόμοι ανοίχτηκαν, τεράστια φορτηγά, εκσκαφείς και οδοστρωτήρες αλλάζουν άρδην το τοπίο. Για καλό;
Ένα ποτάμι στο οποίο, όλα τα μέλη της παρέας από παιδιά έχουμε ψαρέψει, έχουμε κολυμπήσει και δροσιστεί στα νερά του, έχουμε κατασκηνώσει στις όχθες του, μάλλον θα κινδυνέψει να χαθεί. Ίσως είναι η τελευταία χρονιά που το βλέπω όπως το ήξερα μέχρι τώρα.
Όμως μια λίμνη θα γεννηθεί. Το μέλλον φέρνει την ελπίδα ή κάτι άλλο;
Αφήνοντας πίσω το βιομηχανικό τοπίο του εργοταξίου, ακολουθούμε χωμάτινο δρόμο χωρίς υψομετρικές διαφορές. Δεξιά μας υψώνεται κάθετα ένας πράσινος ορεινός όγκος, το δασωμένο όρος Σύμβολο. Αλλού τα χώματα του είναι κατακόκκινα και αλλού άσπρα αργιλώδη. Αριστερά είναι το φαράγγι στο βάθος του οποίου κυλά το ποτάμι. Άλλοτε το περνάμε από ψηλά και άλλοτε πλησιάζουμε τις όχθες του. Η διαδρομή είναι ήπια και στο μεγαλύτερο μέρος της υπό σκιά. Αυτό την κάνει φυσικά ιδιαίτερα ευχάριστη. 
Στη θάλασσα από πλατάνια συναντάμε κρανιές και κουμαριές, παλιούρια και πουρνάρια, λυγαριές και κάθε είδους βότανα από βαλσαμόχορτο και φονιά, μέχρι ρίγανη και ένα είδος τσαγιού (Sidiritis Montania L) από τα 17 διαφορετικά είδη που ευδοκιμούν στην Ελλάδα. Άγρια κλήματα, πιθανά από αρχαίες ποικιλίες της περιοχής, αλλά και ένα δένδρο με καρπούς σε μέγεθος κερασιού χρώματος βυσσινί, άγνωστο σε μας. Με επιφύλαξη αλλά και θράσος ταυτόχρονα, δοκίμασα και μου φάνηκε ιδιαίτερα ωραίο. Ο καρπός ήταν ζουμερός σαν βανίλια που έμοιαζε όμως με κεράσι. Από μια γρήγορη έρευνα εκ των υστέρων τελικά κατέληξα ότι μάλλον είναι δαφνοκέρασον ή ροδόδαφνον ή ταφλάν (Prunus laurocerasus) και πατρίδα του είναι ο παράλιος Πόντος, όπου θεωρούν τους καρπούς του εκλεκτό και συγχρόνως θεραπευτικό έδεσμα.
Διασχίζουμε το ποτάμι και βρισκόμαστε από την άλλη πλευρά. Μετά από λίγο συναντάμε στα δεξιά μας ένα εγκαταλελειμμένο διώροφο σπίτι. Σύμφωνα με κάποιες πληροφορίες που δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένες, πρόκειται για κτίριο που χρησιμοποιήθηκε από τον Κάπα, τον επικεφαλής της εθνικής ανταρτικής ομάδας (ΕΑΟ) που έδρασε την περίοδο της κατοχής και του εμφυλίου, στο Σύμβολο.
Ένα άλογο κοιτάει ξαφνιασμένο. Η πορεία συνεχίζεται. Μετά από λίγο συναντάμε τα πρώτα εγκαταλελειμμένα κτίρια των παλαιών εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούσαν όσοι ήθελαν να απολαύσουν τα λουτρά. Τα Λουτρά Ελευθερών είναι σήμερα ένα ακατοίκητο χωριό. Χωριό φάντασμα, θα έλεγε εύκολα κανείς, αφού υπάρχουν δεξιά και αριστερά από το ποτάμι 31 εγκαταλελειμμένα κτίρια χωρίς πόρτες και παράθυρα να χάσκουν στο δάσος το οποίο προσπαθεί να εισχωρήσει παντού. Δυστυχώς, εγκατάλειψη και φθορά κυριαρχούν. Το φυσικό τοπίο όμως εξακολουθεί να παραμένει απαράμιλλο. Το ποτάμι κυλάει τα καθαρά γάργαρα νερά του και λέει μυστικά στους επισκέπτες για χαλάρωση και ευζωία. Λιβελούλες που πετούν, πλήθος από ψάρια που κολυμπούν μαζί μας,
αλλά και ποτάμιες χελώνες, κάνουν τον τόπο νεραϊδότοπο. 
Οι ιαματικές πηγές της περιοχής είναι γνωστές από την αρχαιότητα. Πιθανώς εδώ βρισκόταν η αρχαία πόλη Απολλωνία, που η ονομασία της σχετίζεται με ιαματικές πηγές.
Το παλαιότερο από τα σωζόμενα κτίρια είναι ένα οθωμανικό λουτρό των τελών του 18ου αιώνα. Η περιοχή μετατράπηκε σε λουτρόπολη όταν το 1908-1910 ο καπνέμπορος Ζάχος Ζάχου ανέλαβε την εκμετάλλευσή τους από το οθωμανικό δημόσιο. Τον σχεδιασμό της ανέλαβε ο αρχιτέκτονας Αριστοτέλης Ζάχος. Τα κτίρια που αποδίδονται σε αυτόν είναι τα ξενοδοχεία «Αμφίπολις» και «Παγγαίο» και το ισόγειο του κτιρίου του εστιατορίου. Λόγω της μεγάλης απόστασης της λουτρόπολης από κάποιο οικισμό σε αυτή κτίστηκαν διάφορα καταστήματα, όπως φούρνος και παντοπωλείο. Κτίρια στη λουτρόπολη συνέχισαν να κτίζονται σε όλον τον 20o αιώνα, σχηματίζοντας ένα μικρό οικισμό που σήμερα έχει εγκαταλειφθεί πλήρως από την πολιτεία.
Θυμάμαι τα καλοκαίρια στα τέλη της δεκαετίας του 60 και την δεκαετία του 70, τον παππού μου Βασίλειο Ηλιάδη και την γιαγιά μου Αναστασία Ηλιάδη να κάνουν διακοπές στα Λουτρά, συνήθως κατά τον μήνα Σεπτέμβριο και παράλληλα να απολαμβάνουν τα ιαματικά τους μπάνια.
Σήμερα όταν φτάσαμε στην υπαίθρια πισίνα που έχουν δημιουργήσει οι φίλοι του μέρους αυτού, έπαιρναν το μπάνιο τους δύο ηλικιωμένα ζευγάρια. Μετά ήταν η σειρά μας και εμείς την αφήσαμε σε δύο νέα παιδιά που ήρθαν αργότερα να απολαύσουν την υπέροχη φύση και τα δώρα της.
Ένας χώρος που προσφέρεται για ήπια τουριστική ανάπτυξη και εναλλακτικό τουρισμό και ως τέτοιος αξιοποιήθηκε έναν αιώνα πριν, σήμερα παραμένει παραμελημένος, αλλά όχι ξεχασμένος. Ο κόσμος τον αγαπάει και τον επισκέπτεται."

Εδώ μπορείτε να δείτε το κείμενο και φωτογραφικό υλικό.

Τρίτη 28 Ιουλίου 2020

Περαίνω τα περαιτέρω... (1918-1922)

Μια ενδιαφέρουσα και περίεργη στρατιωτική αναφορά βρέθηκε στην πρώτη εσωτερική  σελίδα ενός βιβλίου-Αναγνωσμασταρίου των μαθητών της Τετάρτης τάξης  του Δημοτικού Σχολείου, άξιας 2,6 Δραχ.(!) και ημερομηνία έκδοσης  το 1910.  
                                               
Αν κρίνουμε από το έτος γέννησης του στρατιώτη, που εκτελεί διατεταγμένη υπηρεσία, το έτος έκδοσης του βιβλίου και την αναφορά σε Βενιζελικούς, η καταγραφή πρέπει να έγινε μεταξύ του 1918 (μετά την αποχώρηση του Βουλγάρικου στρατού) και του 1922. Ακριβώς έναν αιώνα πριν.
Το ενδιαφέρον είναι ότι η αναφορά αυτή αφορά στην Ποδογόριανη και την καταγραφή των φυλακίων ανδρών της, που κατατάχθηκαν στον Στρατό. Πληροφορούμαστε επίσης ότι οι κάτοικοι του χωριού μας ήταν πολύ καταδεκτικοί, αλλά άλλου φρονήματος, δηλαδή Βενιζελικοί. 
Προφανώς οι εντολείς της καταγραφής, ή και ο στρατιώτης, άνηκε στους Βασιλικούς.
Μένει να διερευνηθεί ο λόγος της  καταγραφής, η  συγκρότηση των φυλακίων  από άνδρες της Ποδογόριανης, σε τι αφορά το απόσπασμα Ελευθερών του Στρατού, αλλά και η ημερομηνία-έτος της αναφοράς.
Άλλο ένα ερώτημα, που υποθετικά μόνο μπορεί να απαντηθεί, είναι το γιατί η αναφορά αυτή γράφτηκε σε βιβλίο και όχι σε επίσημο έγγραφο. 
Αυτά όμως είναι έργο των ιστορικών.


Το κείμενο της αναφοράς με μονοτονικό, αλλά  χωρίς  διορθώσεις:

"Ο Στρατιώτης Πανταζόπουλος Κων.
εγενήθη κατά το έτος 1899 εις το χωρίον
Χαλαζώνι επαρχ. τριφιλ. προτευουσ. η Κυπαρισια
εκ του Ν. Μεσσηνίας. Ούτος δε προσφέρων
υπηρεσίαν εις την Πατρίδα διετάχθη 
ημέραν τινά παρά του Διοικητού 
αποσπάσματος Ελευθερών, όπως έλθη εις 
το Χωρίον Ποδογόριαννη, προς καταγραφή 
των εκείσε φυλακείων ανδρών 
αφ' ης εποχής κατετάχθησαν εις τον Στρατόν. 
οι Άνθρωποι του χωρίου αυτού  είσαν
 πολύ καταδεκτικοί / αλλ'  είσαν άλλου φρονήματος 
(ήτοι Βενιζελικοί) όπου δεν καλά (-οι;)
          Περαίνω τα Περεταίρω
               και σιοπώ.
      Κ. Πανταζόπουλος"

Παρατηρήσεις:
1. Περαίνω τα περαιτέρω: Τελειώνω-Ολοκληρώνω τα υπόλοιπα. 
2. Το Χαλαζόνι ή Χαλαζόνιον (επίσημη ονομασία) ή Χαλαζώνι (συνηθισμένη ονομασία), είναι οικισμός κοντά στα Φιλιατρά και υπάγεται διοικητικά στον Δήμο Τριφυλίας, του Νομού Μεσσηνίας.

Αρχείο Μαργαρίτη Σαμαρά.

Παρασκευή 19 Ιουνίου 2020

Ανάβαση στο Τρίκορφο

Αύγουστος 1983.

Μια παράτολμη και "ιστορική"  απόφαση πάρθηκε εκείνο το καλοκαίρι από τρεις νέους και αρχάριους ορειβάτες:  Να κατακτήσουμε το Τρίκορφο! 
Η φωτογραφία της κορυφής είναι της Κατερίνας Μοσχοβούδη
Την κορυφή που δεσπόζει ανάμεσα και βόρεια από τα χωριά Ποδοχώρι και Πλατανότοπο. Και για να είμαστε πιο ακριβείς ανάμεσα στο εγκατελειμμένο χωριό Τρίτα ή Τσιφλίκι και τον Πλατανότοπο.
Το εγχείρημα με τα μέσα της εποχής σκέτη τρέλα. Δεν υπάρχει μονοπάτι, δεν υπάρχουν χάρτες, δεν υπάρχει εξοπλισμός, δεν υπάρχει εμπειρία. Το μόνο εφόδιο που έχουμε η τόλμη της ηλικίας.

Φτιάξαμε αυτοσχέδια σακίδια με ναύλον τσουβάλια, που τότε χρησιμοποιούσαμε για την μεταφορά  σιταριού,  πήραμε τα απαραίτητα εφόδια, τις φωτογραφικές  μηχανές μας και ξεκινήσαμε.
Για να δώσουμε κύρος και αίγλη στην προσπάθειά μας φτιάξαμε και σημαία, κατά τα πρότυπα των ορειβατικών αποστολών, την οποία θα καρφώναμε στην κορυφή, εάν και εφόσον την κατακτούσαμε!
Ονομάσαμε την ομάδα Ορειβατικό Σύλλογο Ποδοχωρίου "Το Τρίκορφο" και το αποτυπώσαμε χειρόγραφα σε ένα πανί, όπου στην μέση γράψαμε τις λέξεις "ΤΟ ΤΡΙΚΟΡΦΟ" και σε κύκλο τις λέξεις ΟΡΕΙΒΑΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΠΟΔΟΧΩΡΙΟΥ. 
Η αποστολή μας ξεκίνησε στις τρεις το μεσημέρι, έτσι χωρίς πρόγραμμα και χωρίς σκοπό. Ο μόνος στόχος που βάλαμε και βλέπαμε καθ΄όλη την διάρκεια της διαδρομής ήταν οι κορυφές στο Τρίκορφο. Κάναμε μια στάση στην Κοινότητα για φωτογραφίες και συνεχίσαμε περνώντας από το Άη-Θανάση με κατεύθυνση το Τσιφλίκι. Μετά συνεχίσαμε ρέμα-ρέμα και στις έξι το απόγευμα, αφού φτάσαμε περίπου κάτω από την κορυφή αρχίσαμε την ανάβαση. Μετά από  δύο ώρες κάθετη ανάβαση σε πυκνή θαμνώδη πλαγιά, βρεθήκαμε σε ένα ξέφωτο και αποφασίσαμε να διανυκτερεύσουμε. 
Δεν είχαμε ανέβει και πολύ υψομετρικά, αλλά δεν μπορούσαμε να ρισκάρουμε και να προχωρήσουμε  άλλο, γιατί άρχισε να σκοτεινιάζει. Ανάψαμε φωτιά, ψήσαμε και μετά κοιμηθήκαμε κάτω από το φως των αστεριών.

Το επόμενο πρωί στις εννέα, ξεκούραστοι πια, συνεχίσαμε την ανάβαση, κάνοντας σε πολλά σημεία αναρρίχηση και    σκαρφαλώνοντας κρατώντας με τα χέρια σε κλαδιά και θάμνους.
Μετά από δύο ώρες πλησιάσαμε  κάτω από την κορυφή, αλλά σε σημείο που δεν γινόταν να συνεχίσουμε προς τα πάνω. Έτσι αναγκαστήκαμε να τραβερσάρουμε οριζόντια δεξιά περνώντας από μια επικίνδυνη σάρα (απότομη ανηφόρα ή πλαγιά με χαλίκια ή πέτρες).

Μετά και από αυτό το εμπόδιο βρεθήκαμε στην νότια και βατή  βραχώδη πλευρά της κορυφής και η ανάβαση θα ήταν πια εύκολη. Σε μισή ώρα η σημαία μας θα κυμάτιζε στην κορυφή και θα μας γέμιζε περηφάνια. 
Για την ιστορία οι τρεις ορειβάτες ήμασταν οι: Κώστας Τασιούδης του Θωμά, Χρήστος Πασχάλογλου του Περικλή και  Μαργαρίτης Σαμαράς του Μανώλη.
Η διαδρομή της ανάβασης
Υ.Γ. Δεν υπάρχει καμία ανάμνηση  για το πως και από το που κατεβήκαμε και επιστρέψαμε στο χωριό.

Σάββατο 16 Μαΐου 2020

Περικλής Ηπειρώτης, ο φωτογράφος του χωριού μας

Ο Περικλής Ηπειρώτης είναι ο άνθρωπος που "πάγωσε" τον χρόνο στο χωριό μας, αφού κατά τις δεκαετίες του ΄50 και του '60, βρισκόταν πίσω από τον φωτογραφικό φακό που αποθανάτισε κάθε σημαντική, αλλά και προσωπική  στιγμή, της ζωής των  κατοίκων του Ποδοχωρίου. 
Δεν υπάρχει σπίτι στο χωριό μας που να μην έχει μια ασπρόμαυρη φωτογραφία με την δική του ματιά και υπογραφή. 
Γάμοι, βαφτίσεις, γλέντια, παρελάσεις, σχολικές γιορτές και εκδηλώσεις, αθλητικά γεγονότα, ασχολίες, επαγγέλματα και χαλαρές προσωπικές στιγμές. 
Στους δρόμους, στα σπίτια, στις αυλές, στο βουνό, στην θάλασσα και στα χωράφια.
Νεόνυμφοι, ηλικιωμένοι, παιδιά, ζευγάρια, παρέες, μαθητές, κοπέλες  και παλικάρια του χωριού μας, πρόσφυγες και ντόπιοι,   όλοι κάποια στιγμή στάθηκαν μπροστά στον φακό του.
Ο Περικλής Ηπειρώτης γεννήθηκε το 1935  στο σπίτι που τους έδωσε ο "εποικισμός" ή η Υπηρεσία Αποκατάστασης Προσφύγων στην γειτονιά Τσουρούκ Μαχλέ (στα τούρκικα Curuk mahalle=Σάπια γειτονιά) της Ποδογόριανης. 
Το σπίτι που γεννήθηκε. (1968)
Ο μαχαλάς αυτός  βρισκόταν στην βόρεια άκρη του χωριού, μετά τα τούρκικα νεκροταφεία και το σπίτι του Συμεών Καρβουνόπουλου. Στην ίδια γειτονιά εκτός από την οικογένεια Ηπειρώτη εγκαταστάθηκαν  επίσης οι οικογένειες  Γρουζίδη, Σιπιρτίμη, Κουτσογιάννη, Διαμαντόπουλου και η μικρασιάτισσα πρόσφυγας Ντούντου.
Η οικογένεια Ηπειρώτη καταγόταν από τo προάστειο Πασάκιοϊ της Κωνσταντινουπολης και ήρθε στην Ποδογόριανη  μετά την Ελληνοτουρκική συμφωνία ανταλλαγής προσφύγων του 1923.
Ο παππούς του καταγόταν από την Βίτσα Ιωαννίνων που μετανάστευσε στην Κωνσταντινούπολη  και σε αυτόν οφείλεται το επώνυμο Ηπειρώτης. 

Γονείς του ήταν η Σουλτάνα (1900-1984)  και ο Αλέξης Ηπειρώτης-Αρναούτογλου (1896-1973)  και απέκτησαν έξι παιδιά, με τον Περικλή προτελευταίο στην σειρά. Τρία αγόρια (Πέτρο, Χρήστο, Περικλή) και τρία κορίτσια (Μαρίκα, Ελένη και Ανθούλα). 



Οι γονείς του. Στο πρώτο τους σπίτι και στην αυλή του δεύτερου. Στην δεύτερη φωτογραφία, πάνω δεξιά διακρίνεται η λέξη ΠΟΔΟΧΩΡΙΟΥ (ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ).


Το 1950  αγόρασαν οικόπεδο απέναντι και νότια από το Συνεταιρισμό, στην περιοχή Μνημόρια, στο οποίο έχτισαν  σπίτι με δυο δωμάτια και μια αποθήκη και εγκαταστάθηκαν πλέον εκεί. 


Η φιγούρα της μητέρας του, της κυρα-Σουλτάνας ή Αλέξαινας, έμεινε χαραγμένη στην μνήμη όλων των μαθητών που πήγαν στο σχολείο από τα μέσα της δεκαετίας του '50 μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του '70, αφού καθημερινά έψηνε τις πεντανόστιμες τριγωνικές τυρόπιτες και τις πουλούσε στα διαλείμματα. Μια δραχμή τις αγοράζαμε, εκεί στις αρχές της δεκαετίας του ΄70. Μαζί με τις τυρόπιτες συχνά πουλούσε και φοινίκια. 
Στην δική μου μνήμη, η θύμηση της έμεινε άσβηστη και για έναν επιπλέον λόγο, εκτός του ότι μέναμε στην ίδια γειτονιά. Ήταν τα χρόνια που ο γιος της ο  Περικλής της έστελνε γράμματα από την Αυστραλία και μας τα έφερνε στο σπίτι για να της τα διαβάσουμε, αφού η ίδια δεν ήξερε γράμματα. 
"Το Περικλή μου" έλεγε και ξανάλεγε και έκλαιγε μιλώντας περισσότερο στα  τούρκικα και λιγότερο στα ελληνικά. 
Ένα καημό είχε, να δει τον Περικλή της να γυρίζει από την Αυστραλία και με αυτόν τον καημό πέθανε το 1984. 
Στην αποθήκη του σπιτιού τους, μπουρλιάζοντας.
Από δεξιά ο Περικλής, η μητέρα του,
μια φίλη Γερμανίδα και ο πατέρας του.

Ο  κυρ-Αλέξης, ο πατέρας του, ήταν μπαξεβάνης και το καλοκαίρι γύριζε με το γαϊδουράκι στο χωριό και πουλούσε την πραμάτεια του. Το μποστάνι του για την καλλιέργεια των λαχανικών το είχε στον περιοχή  Μάρμαρο.  
Ας γυρίσουμε όμως στην ιστορία της ζωής του Περικλή Ηπειρώτη.
Σε ηλικία δεκαέξι χρονών "κλήρωσε", κυριολεκτικά και μεταφορικά, το μέλλον του και η πορεία της μετέπειτα επαγγελματικής του καριέρας. 
Ο Περικλής Ηπειρώτης το 1951.
 Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη στο κεντρικό
δρόμο στο ύψος περίπου του φαρμακείου.
Πίσω στο βάθος το Πιλάφ-Τεπέ.
Το 1951, στο πανηγύρι του Άη-Γιώργη, έτυχε σε λαχειοφόρο αγορά μια φωτογραφική μηχανή Leica (Λάικα). Αυτό το τυχαίο γεγονός στάθηκε η αφορμή και το κομβικό σημείο που άλλαξε την πορεία της ζωής του. Άρχιζε να φωτογραφίζει και ταυτόχρονα να ασφυκτιά στα στενά όρια του χωριού.


Το 1960, μετά από την θητεία του στην αεροπορία, φεύγει στην Θεσσαλονίκη και ασκεί το επάγγελμα του φωτογράφου και του φωτορεπόρτερ σε εφημερίδες. Αρχικά εμφανίζει τις φωτογραφίες του σε άλλα φωτογραφεία. 




Και η Θεσσαλονίκη όμως του είναι μικρή. Έτσι το 1964 μεταναστεύει στην Γερμανία, όπου δουλεύει σε εργοστάσιο για οκτώ μήνες.

Όμως δεν είναι η ζωή που είχε ονειρευτεί και   επιστρέφει  πίσω στην Ελλάδα, με μια Vespa σε ένα  ταξίδι  που κράτησε μια εβδομάδα.

Ο Κόκοτας στο μικρόφωνο
και ο Μπιθικώτσης χορεύει ζεμπεκιά.
Η φωτογραφία είναι από το αρχείο του.
Μετά την επιστροφή του, το 1964,  σε μια επίσκεψη του για φωτογράφηση στην Κλινική Παπανικολάου στην Τσιμισκή, γνωρίζει την γυναίκα της ζωής του, την Καλλιόπη, την οποία πολιορκεί  και τελικά αρραβωνιάζεται το 1968.
Η Καλιόπη Ηπειρώτη κάπου στο Ποδοχώρι
Στην συνέχεια ανοίγει  δικό του φωτογραφείο, στην Παλαιών Πατρών Γερμανού, απέναντι από τον κινηματογράφο Έσπερο. Και φυσικά δεν μπορούσε παρά να το ονομάσει "Λάικα". 


Το 1970, και παρά το ότι έχει εδραιωθεί επαγγελματικά και οικονομικά, με παρότρυνση φίλου του από τον στρατό, κάνει το επόμενο μεγάλο βήμα της ζωής του και φεύγει μετανάστης στην Μελβούρνη της Αυστραλίας. Εκεί τα μεγέθη είναι μεγαλύτερα. Έλληνες, Κύπριοι, Κούρδοι  μετανάστες. Γίνεται ο φωτογράφος της παροικίας των Ελλήνων μεταναστών. Σε έξι μήνες ανοίγει φωτογραφείο και σε δύο χρόνια αγοράζει σπίτι. Εκεί αποκτά και τις δύο κόρες του. 


Θα επιστρέψουν οικογενειακώς  στην Ελλάδα το 1986 και θα συνεχίσει το επάγγελμα του φωτογράφου, σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του, το 2014.
Με την σύζυγό του τα τελευταία χρόνια κάποια Πρωτομαγιά.

Υ.Γ. Θα ήθελα να ευχαριστήσω ιδιαίτερα την κα Καλλιόπη Ηπειρώτη, για τις πληροφορίες και κυρίως για το πλούσιο φωτογραφικό  υλικό που μου εμπιστεύθηκε, το οποίο  λόγω του μεγέθους του θα δημοσιευθεί σε νεότερη ανάρτηση.
Να ευχαριστήσω επίσης τον Ρούλη (Θεόδορο) Καραπέδη για κάποιες επιπλέον πληροφορίες για τους παππούδες του, Σουλτάνα και Αλέξη Ηπειρώτη.

Πέμπτη 7 Μαΐου 2020

"Η καρδιά της μάνας" , του Βασίλη Ηλιάδη*



Ένα σχόλιο, στο χρονολόγιό του στο Facebook, για την γιορτή της μητέρας ξεκίνησε να γράψει ο Βασίλης Ηλιάδης και κατέληξε σε μια κατάθεση ψυχής. Όχι μόνο της δικής του, αλλά της συλλογικής ψυχής των προσφύγων.
Αν και η μάνα είναι το κυρίαρχο πρόσωπο του κειμένου, η γραφή του ταξιδεύει στην οικογένεια του, στον χρόνο, σε μέρη που έζησε και για μέρη που άκουσε, και μέσω των αναμνήσεων του μας προσφέρει ένα κείμενο συγκινησιακά φορτισμένο.
Θα μπορούσαμε να του δώσουμε και τον τίτλο "Το Ποδοχώρι των προσφύγων-Μέρος δεύτερο". Αλλά έχουν οι πρόσφυγες τόπο? Μπορεί κάποιος να προσδιορίσει μέσα από το κείμενο, ποιος είναι ο τόπος τους? Εκεί που βρίσκονται οι ρίζες τους? Εκεί που γεννήθηκαν? Εκεί που μεγάλωσαν? Εκεί που ταξιδεύει η μνήμη τους ή εκεί που πονά η καρδιά τους?
Δημοσιεύουμε σήμερα το κείμενο του, γιατί θεωρούμε ότι ανήκει και αφορά και σε εμάς, στο χωριό μας, έστω για το κομμάτι της ιστορίας που μας αναλογεί.
Το αρχικό κείμενο συμπληρώθηκε με τα ονόματα των προσώπων, τους τόπους και τις χρονολογίες, για να έχουμε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα.
                 

"Η παγκόσμια ημέρα της μητέρας ή αλλιώς "Γιορτή της μητέρας", είναι η ημέρα αφιερωμένη στις γυναίκες που μας έφεραν στη ζωή. Είναι κινητή και γιορτάζεται την δεύτερη Κυριακή του Μάη.
Σήμερα ταξίδεψα στο παρελθόν, θυμήθηκα την μάνα μου, την μάνα της μάνας μου, την μάνα του πατέρα μου και την μάνα της.
Προγονικά, φιγούρες εξιδανικευμένες. Άνθρωποι απλοί, αγράμματοι, αλλά με κοινωνική μόρφωση και πλούσια αισθήματα.
Η οικογένεια μου ζούσε με τον παππού Βασίλη Ηλιάδη και την γιαγιά Αναστασία στο Αιγάλεω. Το καλοκαίρι, η οικογένειά μου έκανε διακοπές στον Πλατανότοπο Καβάλας, με τον άλλο τον παππού, τον Θεμιστοκλή Ζαρίφογλου και την γιαγιά Σουλτάνα. Παντού και πάντα τριγύρω μου άνθρωποι που μ’ αγαπούσαν πολύ!
Οι γονείς της μητέρας μου στον Πλατανότοπο, πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη, βρέθηκαν στην Ανατολική Μακεδονία, σε ένα τόπο ήρεμο και γλυκό, όπως ήταν και η ζωή τους. 
Οι γονείς του πατέρα μου, πρόσφυγες από την Μικρά Ασία. Πειραιάς, Θεσσαλονίκη, Καβάλα, Ποδογόριανη. 
Και αργότερα το 1953, εσωτερικοί μετανάστες στην Αθήνα. Σε άγουρη ηλικία, ορφανοί, βρέθηκαν σε περιβάλλοντα δύσκολα και πολλές φορές αφιλόξενα, αναγκάστηκαν να παλέψουν για να κερδίσουν την ζωή τους κι έτσι γράμματα δεν έμαθαν. Ο παππούς Θεμιστοκλής, που ζούσε στον Πλατανότοπο, με θρησκευτική ευλάβεια κάθε βράδυ άκουγε τα νέα στο ραδιόφωνο.Τηλεόραση δεν υπήρχε. 
Η οικογένεια Ηλιάδη στο Αιγάλεω το 1969. 
Από αριστερά παππούς, γιαγιά, θεία, μητέρα, θείος, 
ο μικρός Θεμιστοκλής και σε πρώτο πλάνο ο εξάχρονος Βασίλης 
Ο παππούς Βασίλης, που ζούσε στην Αθήνα, παρά το ότι δεν πήγε σχολείο, διάβαζε καθημερινά. Αυτό που λέμε “ξεκοκάλιζε” την εφημερίδα του, αλλά και βιβλία ιστορικά, που του άρεσαν.
Τα παιδιά τους, οι γονείς μου, Ιορδάνης Ηλιάδης και Ζωή Ζαρίφογλου, παιδιά της κατοχής. Γράμματα λίγα κι αυτοί, του Δημοτικού. Εγώ είχα το όνομα του παππού από το Ποδοχώρι και ο μικρός αδελφός μου ο Θέμης, είχε το όνομα του παππού από τον Πλατανότοπο.
Η προγιαγιά, η “μανιά”, όπως την λέγαμε, ο παππούς, η γιαγιά, ο πατέρας, η μητέρα, εγώ κι ο αδελφός μου ο ζούσαμε όλοι μαζί. Ζούσαμε σε οικογένεια που,  αργότερα έμαθα, ότι η κοινωνιολογία ονομάζει “εκτεταμένη μορφή οικογένειας”. Η κλασική εκτεταμένη οικογένεια συχνά αποκαλείται και “οικογένεια τριών ή τεσσάρων γενεών”. Η εκτεταμένη οικογένεια αποτελεί μια συνεργατική ομάδα, στην οποία ανήκει από κοινού κάθε σημαντικό περιουσιακό στοιχείο, και  αρχηγός της οικογένειας είναι ο διαχειριστής της περιουσίας και όχι απαραίτητα ο ιδιοκτήτης της.
Καθώς συχνά οι ανάγκες του ατόμου ταυτίζονται με τις ανάγκες του συνόλου σε αυτή την μορφή οικογένειας, το άτομο οφείλει να θέτει το συμφέρον του συνόλου, ως ανώτερο και σημαντικότερο από τα προσωπικά του "θέλω". Το άτομο πρέπει να είναι αφοσιωμένο στη οικογένεια του, ενώ όλα τα μέλη της είναι υπεύθυνα για τις πράξεις και τη συμπεριφορά οποιουδήποτε άλλου μέλους της οικογένειας. Αυτό με απλά λόγια σημαίνει ότι, για κάθε τι που αφορούσε οποιονδήποτε στην οικογένεια, πρώτα μιλούσαν “οι παππούδες” και μετά οι γονείς. Φυσικά τα παιδιά δεν προλάβαιναν -δεν είχαν λόγο-, μέχρι την εφηβεία τουλάχιστον, την εποχή της “επανάστασής τους”.
Δύσκολοι καιροί για πρίγκιπες. Η αγάπη όμως ξεχείλιζε. "Ογλούμ" ο παππούς, "τζιέρι μ’" η γιαγιά, "αγόρι μου" ο πατέρας, "παιδάκι μου" η μάνα!
Στις μεγάλες παρέες που μαζευόμασταν θείοι, θείες, ξαδέλφια, κουμπάροι, γείτονες, συγχωριανοί, άνοιγαν κουβέντες και διηγιόντουσαν ιστορίες από το παρελθόν, από τον τόπο τους, από το χωριό.
Ο τόπος καταγωγής, "η ρίζα", όνειρο χαμένο. Η γλώσσα, η τούρκικη, ζωντανή, με αυτήν μιλούσαν μεταξύ τους και γυρνούσαν νοερά  στον τόπο τους. Αγαπημένα τους φαγητά, αυτά που είχαν αγαπήσει στο παρελθόν. Φτιάχνοντας τα, έκαναν το παρελθόν να ζωντανεύει. Μυρωδιές και γεύσεις από άλλο τόπο και χρόνο, αλλά αξεπέραστες! Συνήθως με ουζάκι. 
Μετά ιστορίες από το χωριό, το Ποδοχώρι στην Μακεδονία. Ιστορίες της κατοχής απ’ τους Βουλγάρους, ιστορίες με αντάρτες. Ιστορίες με κυνήγι χαμένων θησαυρών, από χρυσοθήρες στο Παγγαίο και αρχαιοκάπηλους στη Μακεδονική γη. Ιστορίες με γλέντια στα καφενεία του χωριού και τα πανηγύρια. Παροιμίες και αινίγματα, πειράγματα και σόκιν ανέκδοτα.
Δεν ήξεραν ποιήματα.Ένα μόνο μου είχαν πει πολλές φορές κι αυτό ήταν κάποιου Γάλλου. Φυσικά δεν το έλεγαν όπως ήταν γραμμένο από εκείνον, αλλά με τον δικό τους τρόπο. Τον “αγράμματο”, τον αγαπησιάρικο!
Το ποίημα είναι “Η Καρδιά της Μάνας”, του Γάλλου ποιητή, συγγραφέα και δραματουργού Jean Richepin και είναι ένα σπαρακτικό, σκοτεινό ποίημα για την αιώνια αγάπη, τον ακατάλυτο δεσμό μάνας με γιο.

Ένα παιδί, μοναχοπαίδι αγόρι,
αγάπησε μιας μάγισσας την κόρη.
– Δεν αγαπώ εγώ, του λέει, παιδιά,
μ’ αν θέλεις να σου δώσω το φιλί μου,
της μάνας σου να φέρεις την καρδιά,
να ρίξω να τη φάει το σκυλί μου.

Τρέχει ο νιος, την μάνα του σκοτώνει
και την καρδιά τραβάει και ξεριζώνει.
Και τρέχει να την πάει, μα σκοντάφτει
και πέφτει ο νιος κατάχαμα με δαύτη.

Κυλάει ο νιος και η καρδιά κυλάει
και την ακούει να κλαίει και να μιλάει.
Μιλάει η μάνα στο παιδί και λέει:
– Εχτύπησες, αγόρι μου; και κλαίει!

Που το έμαθαν; Που το άκουσαν; Πάντως μας το μετέφεραν. Προφορική λαϊκή παράδοση σκεφτόμουν, μέχρι που πρόσφατα έμαθα την γαλλική καταγωγή του.
Πολλοί υποστηρίζουν πως οι ρίζες του ποιήματος βρίσκονται στη δημοτική ποίηση και ο Jean Richepin ήταν εκείνος που το μετέφερε στο χαρτί. Σύντομα πέρασε σε όπερες, διηγήματα, αλλά και στον κινηματογράφο, ήδη από τη δεκαετία 1920. Σχολιάστηκε επανειλημμένα και μεταφέρθηκε σε τοπικές λαογραφικές αναφορές, σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου. Στους νεότερους Έλληνες, η παράδοση έφθασε μέσω της σπουδαίας ποιητικής παραλλαγής του Αγγέλου Βλάχου (1917).
Μια μελοποιημένη εκδοχή της ιστορίας υπάρχει στο τραγούδι του Παντελή Θαλασσινού, "Της μάνας η καρδιά":
https://www.youtube.com/watch?v=Po4gToNMgdM."

*Ο Βασίλης Ηλιάδης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1962. Είναι εκπαιδευτικός στην Μέση Εκπαίδευση με την ειδικότητα της Οικονομιας και της Κοινωνιολογιας. Ζει στο Χαϊδάρι και εργάζεται στο Περιστέρι. Είναι παντρεμένος και έχει δύο κόρες.

Τετάρτη 22 Απριλίου 2020

"Αλήθη-α" Φωτογραφική Ομάδα Ποδοχωρίου

Μια ακόμη ιδέα  για την προβολής της ιστορίας του χωριού μας παίρνει σάρκα και οστά, με την δημιουργία της Φωτογραφικής Ομάδας Ποδοχωρίου  "Αλήθη-α".

Δημοτικό Σχολείο Ποδοχωρίου  1930.
Η δασκάλα Καλλιόπη Θεοδωράκη
και ο χωριανός μας δάσκαλος  Κώτσιος Αδάμος.
Μετά από πολλές σκέψεις και συζητήσεις αποφασίσαμε να δημιουργήσουμε αυτή την ομάδα με σκοπό την συλλογή, την ψηφιοποίηση, την καταγραφή, την προβολή και τον σχολιασμό φωτογραφιών του χωριού μας.
Στόχος μας είναι στο τέλος να δημιουργηθεί ένα αρχείο με όσες περισσότερες φωτογραφίες μπορέσουμε να συγκεντρώσουμε. 

Μέσα από τις φωτογραφίες θα μπορέσουμε να γυρίσουμε πίσω στον χρόνο και να δούμε τοποθεσίες του χωριού, έθιμα, αθλητικές εκδηλώσεις, γιορτές, ασχολίες, πρόσωπα και στιγμές της καθημερινότητας των κατοίκων του χωριού μας κατά τον περασμένο αιώνα. 
Το φωτογραφικό υλικό μπορεί να φτάνει μέχρι και το 1990, περίπου μια γενιά πίσω.
Είναι κρίμα αυτό το υλικό να μένει κλεισμένο σε συρτάρια,  μπαούλα,  κιτρινισμένους φακέλους και παλιά άλμπουμ.

Το Δημοτικό Σχολείο στη δεκαετία του '70
Η προβολή των φωτογραφιών θα γίνεται μέσα από την σελίδα "Αλήθη-α" Φωτογραφική Ομάδα Ποδοχωρίου.
Κάθε φωτογραφία, που  θα μας προσκομίζεται για να αναρτηθεί, καλό είναι να συνοδεύεται από την χρονολογία (κατά προσέγγιση), την τοποθεσία, το γεγονός και, εφόσον κάποιος το επιθυμεί, τα πρόσωπα.
Το Δημοτικό Σχολείο σήμερα.

Ελπίζουμε και ευχόμαστε αυτή η προσπάθεια να αγκαλιαστεί από όσους περισσότερους  γίνεται, να ξεθάψουμε τις φωτογραφίες και τις μνήμες μας και να τις μεταφέρουμε στις νεότερες γενιές.


Παρασκευή 17 Απριλίου 2020

Ο δρόμος του νερού - Α' μέρος

Ακριβώς πριν ένα χρόνο, σε μια ανάβαση μας εκατό μέτρα ψηλότερα από το παρεκκλήσι του Προφήτη Ηλία και σε υψόμετρο 470 μέτρων, ανακαλύφθηκε υπόγειο κιούγκι (πήλινος σωλήνας)  αγωγού ύδρευσης.
                                 

     
Στο εύρημα αυτό, που φαίνεται στην παρακάτω εικόνα είχαμε   αναφερθεί σε ανάρτηση μας στις 13 Απριλίου  2019, την  οποία μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Σήμερα 16 Απριλίου 2020 καταφέραμε  να  εξερευνήσουμε και να καταγράψουμε ένα τμήμα της διαδρομής του αγωγού, από το σημείο που βρέθηκε ο πήλινος σωλήνας και  με κατεύθυνση προς την αρχή του αγωγού, την πηγή από όπου εφοδιαζόταν με νερό.


Το εγχείρημα δύσκολο. Τα μόνα στοιχεία που υπήρχαν ήταν τα εξής: Η κατεύθυνση του αγωγού, η οποία ήταν προφανώς βόρεια, στην βορειανατολική πλευρά του λόφου του προφήτη Ηλία. Ένα αδιόρατο μονοπάτι-κατσικόδρομος που είχε πολλές διακλαδώσεις. Και τέλος κάποια θραύσματα του αγωγού σε ορισμένα πετρώδη σημεία του εδάφους.
Οι δυσκολίες περισσότερες. Το μονοπάτι σε πολλά  σημεία  αδιαπέραστο λόγω της πυκνής βλάστησης και τον θάμνων. Για την διάβαση του απαιτήθηκαν πολλές παρακάμψεις, κόψιμο κλαδιών και σε αρκετά σημεία η  κίνηση γινόταν σχεδόν έρποντας. Όπου το έδαφος ήταν πετρώδες και ο αγωγός τοποθετημένος σχεδόν επιφανειακά, μπορούσε  κανείς  να δει τμήματα του αγωγού ή και θραύσματα.















Όπου όμως το έδαφος ήταν χωμάτινο, ο αγωγός βρισκόταν σε μεγαλύτερο βάθος και δεν ήταν εύκολο να ακολουθηθεί η κατεύθυνση του. Για να μην χαθεί η κατεύθυνση  του αγωγού κάποιες φορές λειτούργησε η διαίσθηση και κάποιες φορές ακολουθήθηκαν οριζόντια  μονοπάτια, όταν αυτά  ήταν περισσότερα του ενός. Σε άλλα σημεία η πορεία γινόταν με την εις άτοπον απαγωγή. Επίσης ο αγωγός όπως αποδείχθηκε δεν ήταν σε ευθεία γραμμή. Σε αρκετά σημεία πήγαινε ζικ-ζακ ανάμεσα στα βράχια και αλλού ανεβοκατέβαινε ακολουθώντας το ανάγλυφο του εδάφους, γιατί εκεί είχε βρεθεί το κατάλληλο σημείο για την κατασκευή του. Αυτό άλλωστε δεν ήταν πρόβλημα, αφού η ροή του νερού γινόταν με την υψομετρική πίεση.

Ευτυχώς ανά  διαστήματα φαινόταν τμήματα του αγωγού, γεγονός που επιβεβαίωνε την σωστή κατεύθυνση που ακολουθούσαμε. 


Μόνο στα τελευταία 400 μέτρα δεν βρέθηκε καθόλου τμήμα  ή θραύσμα του αγωγού, γιατί το έδαφος ήταν με χώμα και η περιοχή καλυμμένη με φτέρες, βατομουριές και πλατάνια. Όμως στο τέλος, στο σημείο της πηγής στην περιοχή Σούκσου ( Soguk Su  στα τούρκικα σημαίνει Κρύο Νερό, προφέρεται  Σοούκ Σου  και με το πέρασμα των χρόνων έφτασε να λέγεται Σούκσου) ή Φρεάτια όπως  είναι σήμερα γνωστή, αποζημιωθήκαμε γιατί βρέθηκε κομμένο  το τελευταίο τμήμα του αγωγού, το οποίο λόγω των πολλών βροχών το τελευταίο διάστημα έτρεχε και νερό.


Ας δούμε κάποιες τεχνικές κατασκευαστικές λεπτομέρειές  του αγωγού. 
Το κάθε κιούγκι έχει μήκος 30 εκατοστά. Τα 3 εκατοστά είναι για να   κουμπώνει το ένα με το άλλο,  με  το καθαρό  μήκος του να είναι 27 εκατοστά. Η διάμετρος του είναι 15 εκατοστά. Η  απόσταση που διανύθηκε από την  πράσινη  κουκκίδα στον χάρτη μέχρι την πηγή (κόκκινη κουκκίδα) είναι περίπου 1700 μέτρα. Η υψομετρική διαφορά είναι στα 50 μέτρα. 

Με μια απλή διαίρεση της απόστασης δια του μήκους σωλήνα (1700 : 0,27) προκύπτει ότι για να κατασκευαστεί μόνο αυτό το τμήμα του αγωγού απαιτήθηκαν περίπου 6,300 κομμάτια  κιούγκια! 
Εδώ πρέπει  να σημειωθεί ότι ο αγωγός από το πράσινη κουκκίδα και μετά, τραβερσάρει στην πλαγιά και παίρνει κατεύθυνση προς τα δυτικά.
Και εδώ τίθεται το ερώτημα ποιος κατασκεύασε τον αγωγό, πότε και για ποιόν λόγο.
Είναι απολύτως βέβαιο ότι για να χτιστεί αυτός ο αγωγός απαιτήθηκε "κρατική δομή" και "στρατός" εργαζομένων και υποζυγίων. 
Κατ' αρχάς, ένα  τόσο μεγάλο έργο απαιτούσε την μελέτη της γεωλογίας της περιοχής, γνώση μαθηματικών και γνώσεις υδραυλικής. Στο έργο θα έπρεπε να εργαστούν υλοτόμοι, σκαπανείς, εργάτες για τοποθέτηση των σωλήνων, επιμελητεία και μεταφορείς. Επίσης πολλά ζώα για την μεταφορά τόσο μεγάλου αριθμού σωλήνων, σε τέτοιο υψόμετρο και σε βραχώδες έδαφος.
Ήταν αναγκαία  επίσης μια  βιοτεχνία κατασκευής για τα πήλινα κιούγκια ή η εισαγωγή τους από άλλη περιοχή.
Οι προφορικές μαρτυρίες κατοίκων για το που κατευθυνόταν το νερό ποικίλουν. Οι περισσότερες  κάνουν λόγω για την ύδρευση του χωριού Dedebali ή Γαληψώς. Κάποιοι αναφέρουν την Αμφίπολη, ενώ άλλοι μιλούν για το Μοναστήρι, τον Βυζαντινό Οβηλό - μετόχι της Ιεράς Μονής Ιβήρων του Αγίου Όρους.  (http://lymperakis-theodoros.blogspot.com/2014/12/blog-post_31.html)
Όπως φαίνεται από το μέγεθος της κατασκευής, πρέπει να αποκλειστεί  η εκδοχή ότι ο αγωγός έγινε για να υδροδοτήσει το Μοναστήρι. Το Μοναστήρι δεν  είχε ούτε την οικονομική δυνατότητα, ούτε τα μέσα, ούτε το ανθρώπινο δυναμικό για να κατασκευάσει ένα τόσο μεγάλο έργο. Αλλά και η υδροδότηση της Αμφίπολης φαντάζει απίθανη, λόγω της μεγάλης απόστασης, αλλά και των υλικών κατασκευής που φαίνονται να είναι μεταγενέστερα.  
Εδώ θα πρέπει να λάβουμε υπόψη και τμήματα από αδιάλυτο  ίζημα (πέτρα) που βρέθηκαν μέσα στον αγωγό.


Όπως  φαίνεται  και  στις  φωτογραφίες  το  πάχος   τους  σε κάποιες  περιπτώσεις αγγίζει τα  6 εκατοστά  και χρειάστηκαν αιώνες για να δημιουργηθεί. Το πιο πιθανό είναι ο αγωγός να υδροδοτούσε την Γαληψώ και να πρόκειται για έργο των  Οθωμανών.
Αλλά αυτό είναι μια υπόθεση, που μένει να αποδειχτεί και να τεκμηριωθεί με μαρτυρίες και ευρήματα. Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο αγωγός δεν υδροδοτούσε το Ποδοχώρι.

Μαργαρίτης Σαμαράς