Ο Περικλής Ηπειρώτης είναι ο άνθρωπος που "πάγωσε" τον χρόνο στο χωριό μας, αφού κατά τις δεκαετίες του ΄50 και του '60, βρισκόταν πίσω από τον φωτογραφικό φακό που αποθανάτισε κάθε σημαντική, αλλά και προσωπική στιγμή, της ζωής των κατοίκων του Ποδοχωρίου.
Δεν υπάρχει σπίτι στο χωριό μας που να μην έχει μια ασπρόμαυρη φωτογραφία με την δική του ματιά και υπογραφή.
Γάμοι, βαφτίσεις, γλέντια, παρελάσεις, σχολικές γιορτές και εκδηλώσεις, αθλητικά γεγονότα, ασχολίες, επαγγέλματα και χαλαρές προσωπικές στιγμές.
Στους δρόμους, στα σπίτια, στις αυλές, στο βουνό, στην θάλασσα και στα χωράφια.
Νεόνυμφοι, ηλικιωμένοι, παιδιά, ζευγάρια, παρέες, μαθητές, κοπέλες και παλικάρια του χωριού μας, πρόσφυγες και ντόπιοι, όλοι κάποια στιγμή στάθηκαν μπροστά στον φακό του.
Ο Περικλής Ηπειρώτης γεννήθηκε το 1935 στο σπίτι που τους έδωσε ο "εποικισμός" ή η Υπηρεσία Αποκατάστασης Προσφύγων στην γειτονιά Τσουρούκ Μαχλέ (στα τούρκικα Curuk mahalle=Σάπια γειτονιά) της Ποδογόριανης.
Το σπίτι που γεννήθηκε. (1968) |
Ο μαχαλάς αυτός βρισκόταν στην βόρεια άκρη του χωριού, μετά τα τούρκικα νεκροταφεία και το σπίτι του Συμεών Καρβουνόπουλου. Στην ίδια γειτονιά εκτός από την οικογένεια Ηπειρώτη εγκαταστάθηκαν επίσης οι οικογένειες Γρουζίδη, Σιπιρτίμη, Κουτσογιάννη, Διαμαντόπουλου και η μικρασιάτισσα πρόσφυγας Ντούντου.
Η οικογένεια Ηπειρώτη καταγόταν από τo προάστειο Πασάκιοϊ της Κωνσταντινουπολης και ήρθε στην Ποδογόριανη μετά την Ελληνοτουρκική συμφωνία ανταλλαγής προσφύγων του 1923.
Ο παππούς του καταγόταν από την Βίτσα Ιωαννίνων που μετανάστευσε στην Κωνσταντινούπολη και σε αυτόν οφείλεται το επώνυμο Ηπειρώτης.
Γονείς του ήταν η Σουλτάνα (1900-1984) και ο Αλέξης Ηπειρώτης-Αρναούτογλου (1896-1973) και απέκτησαν έξι παιδιά, με τον Περικλή προτελευταίο στην σειρά. Τρία αγόρια (Πέτρο, Χρήστο, Περικλή) και τρία κορίτσια (Μαρίκα, Ελένη και Ανθούλα).
Οι γονείς του. Στο πρώτο τους σπίτι και στην αυλή του δεύτερου. Στην δεύτερη φωτογραφία, πάνω δεξιά διακρίνεται η λέξη ΠΟΔΟΧΩΡΙΟΥ (ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ).
Το 1950 αγόρασαν οικόπεδο απέναντι και νότια από το Συνεταιρισμό, στην περιοχή Μνημόρια, στο οποίο έχτισαν σπίτι με δυο δωμάτια και μια αποθήκη και εγκαταστάθηκαν πλέον εκεί.
Η φιγούρα της μητέρας του, της κυρα-Σουλτάνας ή Αλέξαινας, έμεινε χαραγμένη στην μνήμη όλων των μαθητών που πήγαν στο σχολείο από τα μέσα της δεκαετίας του '50 μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του '70, αφού καθημερινά έψηνε τις πεντανόστιμες τριγωνικές τυρόπιτες και τις πουλούσε στα διαλείμματα. Μια δραχμή τις αγοράζαμε, εκεί στις αρχές της δεκαετίας του ΄70. Μαζί με τις τυρόπιτες συχνά πουλούσε και φοινίκια.
Στην δική μου μνήμη, η θύμηση της έμεινε άσβηστη και για έναν επιπλέον λόγο, εκτός του ότι μέναμε στην ίδια γειτονιά. Ήταν τα χρόνια που ο γιος της ο Περικλής της έστελνε γράμματα από την Αυστραλία και μας τα έφερνε στο σπίτι για να της τα διαβάσουμε, αφού η ίδια δεν ήξερε γράμματα.
"Το Περικλή μου" έλεγε και ξανάλεγε και έκλαιγε μιλώντας περισσότερο στα τούρκικα και λιγότερο στα ελληνικά.
Ένα καημό είχε, να δει τον Περικλή της να γυρίζει από την Αυστραλία και με αυτόν τον καημό πέθανε το 1984.
Στην αποθήκη του σπιτιού τους, μπουρλιάζοντας. Από δεξιά ο Περικλής, η μητέρα του, μια φίλη Γερμανίδα και ο πατέρας του. |
Ο κυρ-Αλέξης, ο πατέρας του, ήταν μπαξεβάνης και το καλοκαίρι γύριζε με το γαϊδουράκι στο χωριό και πουλούσε την πραμάτεια του. Το μποστάνι του για την καλλιέργεια των λαχανικών το είχε στον περιοχή Μάρμαρο.
Ας γυρίσουμε όμως στην ιστορία της ζωής του Περικλή Ηπειρώτη.
Σε ηλικία δεκαέξι χρονών "κλήρωσε", κυριολεκτικά και μεταφορικά, το μέλλον του και η πορεία της μετέπειτα επαγγελματικής του καριέρας.
Ο Περικλής Ηπειρώτης το 1951. Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη στο κεντρικό δρόμο στο ύψος περίπου του φαρμακείου. Πίσω στο βάθος το Πιλάφ-Τεπέ. |
Το 1951, στο πανηγύρι του Άη-Γιώργη, έτυχε σε λαχειοφόρο αγορά μια φωτογραφική μηχανή Leica (Λάικα). Αυτό το τυχαίο γεγονός στάθηκε η αφορμή και το κομβικό σημείο που άλλαξε την πορεία της ζωής του. Άρχιζε να φωτογραφίζει και ταυτόχρονα να ασφυκτιά στα στενά όρια του χωριού.
Το 1960, μετά από την θητεία του στην αεροπορία, φεύγει στην Θεσσαλονίκη και ασκεί το επάγγελμα του φωτογράφου και του φωτορεπόρτερ σε εφημερίδες. Αρχικά εμφανίζει τις φωτογραφίες του σε άλλα φωτογραφεία.
Και η Θεσσαλονίκη όμως του είναι μικρή. Έτσι το 1964 μεταναστεύει στην Γερμανία, όπου δουλεύει σε εργοστάσιο για οκτώ μήνες.
Όμως δεν είναι η ζωή που είχε ονειρευτεί και επιστρέφει πίσω στην Ελλάδα, με μια Vespa σε ένα ταξίδι που κράτησε μια εβδομάδα.
Ο Κόκοτας στο μικρόφωνο και ο Μπιθικώτσης χορεύει ζεμπεκιά. Η φωτογραφία είναι από το αρχείο του. |
Η Καλιόπη Ηπειρώτη κάπου στο Ποδοχώρι |
Στην συνέχεια ανοίγει δικό του φωτογραφείο, στην Παλαιών Πατρών Γερμανού, απέναντι από τον κινηματογράφο Έσπερο. Και φυσικά δεν μπορούσε παρά να το ονομάσει "Λάικα".
Το 1970, και παρά το ότι έχει εδραιωθεί επαγγελματικά και οικονομικά, με παρότρυνση φίλου του από τον στρατό, κάνει το επόμενο μεγάλο βήμα της ζωής του και φεύγει μετανάστης στην Μελβούρνη της Αυστραλίας. Εκεί τα μεγέθη είναι μεγαλύτερα. Έλληνες, Κύπριοι, Κούρδοι μετανάστες. Γίνεται ο φωτογράφος της παροικίας των Ελλήνων μεταναστών. Σε έξι μήνες ανοίγει φωτογραφείο και σε δύο χρόνια αγοράζει σπίτι. Εκεί αποκτά και τις δύο κόρες του.
Θα επιστρέψουν οικογενειακώς στην Ελλάδα το 1986 και θα συνεχίσει το επάγγελμα του φωτογράφου, σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του, το 2014.
Με την σύζυγό του τα τελευταία χρόνια κάποια Πρωτομαγιά. |
Υ.Γ. Θα ήθελα να ευχαριστήσω ιδιαίτερα την κα Καλλιόπη Ηπειρώτη, για τις πληροφορίες και κυρίως για το πλούσιο φωτογραφικό υλικό που μου εμπιστεύθηκε, το οποίο λόγω του μεγέθους του θα δημοσιευθεί σε νεότερη ανάρτηση.
Να ευχαριστήσω επίσης τον Ρούλη (Θεόδορο) Καραπέδη για κάποιες επιπλέον πληροφορίες για τους παππούδες του, Σουλτάνα και Αλέξη Ηπειρώτη.